Τασκένδη –
Αθήνα. Όπως παλιννόστηση σε μια πατρίδα που η ηρωίδα δεν την είχε γνωρίσει.
Πρόκειται για την επιστροφή στο παρελθόν, από το οποίο διώχθηκαν οι γονείς,
πολιτικοί πρόσφυγες που έπρεπε να ξεκινήσουν τη ζωή-τους στο νέο –ειδυλλιακό-
περιβάλλον. Και τα παιδιά-τους; (ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ & ΙΣΤΟΡΙΑ, αρ. 6)
Καφές από καλαμπόκι:
Έλενα
Χουζούρη
“Δυο
φορές αθώα”
εκδόσεις
Κέδρος
2013
Όταν το 2009 η Έλενα Χουζούρη
κυκλοφορούσε το βιβλίο-της “Πατρίδα από βαμβάκι” ή ακόμα πιο πίσω όταν το
προγραμμάτιζε με ταξίδι στη μακρινή Τασκένδη, είχε μπει άραγε στο μυαλό-της η
ιδέα να συνεχίσει μια άτυπη διλογία στον ίδιο άξονα; Γιατί η τύχη του ήρωά-της
που είχε αυτοεξοριστεί στη Σοβιετική Ένωση, για να αποφύγει τις εγχώριες
διώξεις και να βρει αδελφά έθνη, αποτελεί την πραγμάτωση του θέματος του
πολιτικού πρόσφυγα που βρίσκει μια νέα πατρίδα. Τώρα, στο ίδιο πνεύμα, μία κόρη
ενός τέτοιου πρόσφυγα επιστρέφει στην Ελλάδα.
Πρόκειται για τη Βερόνικα, που ζει
στην Αθήνα από το 1989, κι ακόμα νοσταλγεί τη γενέτειρα πόλη και τους ρυθμούς
δουλειάς και ζωής. Εδώ της ζητείται να δώσει συνέντευξη στο πλαίσιο μιας
έρευνας για τα παιδιά των πολιτικών εξόριστων στη Δανάη και ορίζουν τόπο
συνάντησης το ξενοδοχείο Τιτάνια. Εκεί συναντά τον παλιό της έρωτα, τον
Ρωσοεβραίο και νυν Αμερικανό επιχειρηματία Ιόσιφ, που ήλθε στην Ελλάδα για
επενδύσεις.
Πάνω σ’ αυτόν τον καμβά στήνονται οι
δύο κόσμοι, αυτός της γκρίζας Αθήνας και της μαγευτικής Τασκένδης (παρεμπιπτόντως, πολύ ωραίο το εξώφυλλο του βιβλίου), μια αντίθεση
που βλέπει με αναπόληση την καθημερινότητα, χωρίς ιδιοκτησία, χωρίς μέσο, χωρίς
μιζέρια τον τρόπο ζωής στη σοβιετική δημοκρατία. Η Χουζούρη τείνει εξ αρχής, κι
όσο προχωράει κανείς το καταλαβαίνει ακόμα περισσότερο, να προβάλλει την
Τασκένδη και το κομμουνιστικό καθεστώς με εξωραϊστική διάθεση, τόση όση υπήρχε
στους αριστερούς στοχαστές πριν από τη διάλυση της ΕΣΣΔ. Κι αυτό δημιουργεί
υπόνοιες πως ο κόσμος της μουντής Αθήνας, που πράγματι έτσι είναι, δεν μπορεί
να παραλληλίζεται με τη φωτεινή και μόνο πλευρά μιας άλλης ζωής. Η
προπαγανδιστική ωραιοποίηση ναρκοθετεί την αναμενόμενη νοσταλγία ενός ανθρώπου
που μεγάλωσε σε μια άλλη ιδεολογική κοσμοαντίληψη και πρακτική.
Αν προσπεράσουμε αυτόν τον χάντακα,
η διπλή ταυτότητα, η ζωή του εκπατρισμένου που και στις δύο πατρίδες νιώθει
ξένος, η απόσταση από το τώρα αλλά και από το πριν είναι ένα θέμα που έχει
δουλευτεί πλειστάκις. Ο Τοντόροφ έχει γράψει μια ολόκληρη μελέτη επ’ αυτού, ενώ
πολλοί συγγραφείς πραγματεύονται αυτήν την απόσταση, από τον Γιώργο Ιωάννου, με
τον οποίο έχει ασχοληθεί η Χουζούρη σε πραγματεία-της, έως τον ελληνοσουηδό Άρη
Φιορέτο, μότο του οποίου αποτελεί προμετωπίδα του “Δυο φορές αθώα”. Εκτός από
τους παραπάνω, η Χουζούρη διανθίζει το έργο-της με αναφορές στον Μητά και την
παραμονή-του στο Χαλ ή τον Μαγκλίνη, ο οποίος στην “Ανάκριση” αγγίζει το θέμα
της αυτοχαράκωσης της κόρης ως τιμωρίας για τον χουντοβασανισμένο πατέρα-της και
σε άλλους.
Η Βερόνικα παρουσιάζεται δύο φορές
αθώα. Αν αθώοι ήταν οι ίδιοι οι πολιτικοί πρόσφυγες που αναγκάστηκαν ελέω
ιστορίας να εκδιωχθούν αναζητώντας τη νέα πατρίδα στα βάθη της Ασίας, τότε τα
παιδιά-τους είναι δυο φορές αθώα, που μεγάλωσαν εκτός Ελλάδας και αναγκάστηκαν
ελέω νοσταλγίας να επιστρέψουν σ’ αυτήν και να εγκλιματιστούν με πόνο και
οδύνη. Η ιδέα της Χουζούρη είναι πολύ δυνατή.
Από εκεί όμως και πέρα το πρώτο
μέρος είναι πολύ περιγραφικό, γεμάτο με πινελιές που βαραίνουν την ανάγνωση και
βαλτώνουν την πορεία-της. Κι από εκεί και έπειτα, η διασταύρωση της Βερόνικα με
τον χαμένο έρωτά-της και με τη θεωρούμενη από όλους πεθαμένη μητέρα-της, η
οποία ωστόσο τους είχε εγκαταλείψει για τον εραστή-της, φλερτάρει με το μελό,
αδυνατίζει την όποια αναζήτηση ταυτότητας και τελικά μεταξύ πατρίδας και
ανθρώπινων σχέσεων η ηρωίδα χάνει την υπόστασή-της. Τέλος, το ύφος της συγγραφέως
μου φάνηκε λειψό, αναιμικό, πολύ φτωχότερο της τραγικότητας που θα μπορούσε να
εγείρει, πολύ επίπεδο, έστω κι αν η υποβόσκουσα ποιητικότητα θα ήθελε να το
κάνει πιο ιδιαίτερο.
Πατριάρχης
Φώτιος
No comments:
Post a Comment