Tuesday, October 22, 2013

«Αχ, και να ’ξερα γράμματα» του Γιώργου Μανιώτη

Μια εξομολόγηση που ανατέμνει τη μεταπολεμική ιστορία· ωραία, πολυφορεμένα λόγια, σαν ρούχο που παλιώνει αλλά ακόμα προσελκύει την προσοχή των συγγραφέων-στυλιστών που το φέρνουν στο προσκήνιο, αλλά ο αναγνώστης δεν ξέρει τι να το κάνει.  (ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ & ΙΣΤΟΡΙΑ, αρ. 8)


Καφές από καλαμπόκι:
Γιώργος Μανιώτης
“Αχ, και να ’ξερα γράμματα”
εκδόσεις Ψυχογιός
2013 

            Ο μονόλογος και η ζωή μιας γυναίκας από την Κατοχή έως σήμερα. Μικρό κορίτσι έζησε τη γερμανική λαίλαπα και επιβίωσε χάρη στην αποφασιστικότητα της μάνας-της, πέρασε τον Εμφύλιο και επέζησε χάρη στην ουδετερότητα που δεν άφηνε αφορμές, διέβη μέσα από τα δύσκολα χρόνια της φτώχιας, καθώς δούλεψε με τον άνδρα-της, έκανε γιο, μετακόμισε από τα χωράφια του χωριού σε μια χαμοκέλα στην πόλη, μεροκάματο στην ταβέρνα που άνοιξαν, σταδιακά μια καλύτερη ζωή, λίγα χρήματα, παρά τις δυσκολίες, δάνειο, αποπληρωμή, χούντα, οικογενειακές συγκρούσεις, ομαλότητα και πάλι ανωμαλία, αντιπαροχή με τρία διαμερίσματα, σύνταξη κ.ο.κ.
            Η ανώνυμη αφηγήτρια είναι χαρακτηριστικός τύπος Ελληνίδας που ξεκίνησε από το χωριό, εργάστηκε σκληρά, έζησε τη συμβατική ζωή της ελληνικής οικογένειας, έκανε προκοπή. Ο άντρας-της ο κλασικός μικροαστός, δουλευταράς αλλά και καβγατζής, κομματάρχης αλλά και δειλός, κάποτε γκόμενος και μοιχός, αλλά ξανά ο συγκαταβατικός μέσος Έλληνας. Ο γιος-της ξεφεύγει ελαφρώς, γίνεται αντισυμβατικός ζωγράφος, αποκτά φήμη και μια κάποια περιουσία, μεγαλώνει και κάνει σχέδια μαζί με την Ελλάδα που πλουτίζει και εγκαταλείπει παραδοσιακούς τρόπους ζωής και επαρχιακές νοοτροπίες μπροστά στον εξαστισμό και την ευδαιμονιστική πορεία προς την ευμάρεια.
            Αναγνωρίζεις στερεοτυπικά την Ελλάδα της μεταπολεμικής εποχής, όπου ο ατομικός βίος του μέσου ανθρώπου συμφύεται με τον συλλογικό και η προσωπική πρόοδος συμβαδίζει με την κοινωνική αλλαγή. Βλέπεις στην ουσία μια τυπική γραμμή, την κλασική Ελληνίδα και την πορεία-της που συνοψίζει το έθνος και την κοινωνική-του εξέλιξη. Αυτό μπορεί να έχει αντιπροσωπευτική διάσταση, αλλά δεν παρέχει μια ιδιαίτερη οπτική γωνία, για να σφραγίσει τη σύλληψή-του.
Από την άλλη, αναγνωρίζεις την απλή γλώσσα, η οποία ωστόσο πέρα από την απλότητά-της δεν έχει τρανταχτά δείγματα λαϊκότητας, ασυνταξίας, διαλεκτικής ομιλίας, επαναλήψεων και ύφους που να προσιδιάζει σε μια χωριάτα, αγράμματη και απλοϊκή αφηγήτρια. Ο προφορικός τρόπος αφήγησης (και μάλιστα από έναν απλοϊκό άνθρωπο) είναι σπειροειδής, έρχεται και ξανάρχεται στα ίδια προσθέτοντας και διορθώνοντας, κάτι που κάνει την αφήγηση να αυτοβελτιώνεται και να αποκτά ένα περίεργο τρόπο ανάπτυξης.
Τόσο λοιπόν στην εξέλιξη της πρωταγωνίστριας όσο και στην εξέλιξη της γραφής, το κείμενο δεν ανταποκρίνεται σε προσδοκίες για εκπλήξεις, κυρίως επειδή δεν έχει προσωπική σφραγίδα.
Μόνο στο τέλος, η αφηγήτρια αποκαλύπτεται πως είναι ένα φάντασμα που έζησε, μετάνιωσε για μια ζωή στην γκρίνια, στη μεμψιμοιρία, στα λάθη, στην απομόνωση, στην υποταγή σε εφήμερα αγαθά και τώρα που πέθανε θέλει να τα πει για να δείξει τη ματαιότητα. Έτσι το τελευταίο μέρος του έργου κάνει αναδρομές σε όσα είχε ήδη πει, σχολιάζει και στοχάζεται, αναλογίζεται και απολογείται. Ο τόνος είναι κηρυγματικός και η όλη φιλοσοφία ξεφεύγει από την ιστορία και γίνεται διδαχή.
Κλείνοντας, αισθάνομαι την ανάγκη να πω πως η ζωή και η κοινωνία, τα βάσανα που μας φορτώνουν και οι καημοί, η πείρα του παρελθόντος και η αναμονή για ένα καλύτερο αύριο δεν αρκούν για να βγει ένα βιβλίο. Θέλει και μια εσωτερική, αισθητική, λογοτεχνική βάση που να μετουσιώσει το υλικό σε ολότητα, το βίωμα σε λογοτεχνικό έργο.
 
[Το φωτογραφικό υλικό είναι αντλημένο από: navi-patra.blogspot.com, pyrgostrifylias.blogspot.com, anapolisi.blogspot.com, www.tar.gr και www.ghostlycast.com]
Πατριάρχης Φώτιος

No comments: