Όταν ο άνθρωπος
βγαίνει ζωντανός από τη μανία του πολέμου, συνήθως πιστεύει σε όσα έζησε και
γαλβανισμένος από τη φρίκη νιώθει την ανάγκη να τα αποτυπώσει.
Γλυκό περγαμόντο:
Ηλίας
Βενέζης
“Το
νούμερο 31328”
εφ.
Καμπάνα Μυτιλήνης
1924
Βιβλιοπωλείον
της Εστίας
1931
Μετά το σοκ του Α΄ παγκοσμίου πολέμου
(και κυρίως στην Ελλάδα της Μικρασιατικής καταστροφής) δημοσιεύονται μια σειρά
αντιπολεμικών έργων σε όλη την Ευρώπη, το πιο γνωστό ίσως εκ των οποίων είναι
το «Ουδέν νεώτερον από το δυτικό μέτωπο» του Ρίλκε. Στα καθ’ ημάς, θυμίζω την
«Ιστορία ενός αιχμαλώτου» του Στρατή Δούκα, τη «Ζωή εν τάφω» του Στράτη
Μυριβήλη και τα «Ματωμένα χώματα» της Διδώς Σωτηρίου.
“Το
νούμερο 31328” του Ηλία Βενέζη είναι νομίζω το πιο αντιπροσωπευτικό της φρίκης
όχι μόνο του πολέμου αλλά και της μετέπειτα αιχμαλωσίας. Πρόκειται για τα
βιώματα του ίδιου του συγγραφέα στα «Αμελέ ταμπουρού», τα περιβόητα τάγματα
εργασίας στα οποία οδηγούνταν οι έλληνες όμηροι των Τούρκων μετά την ήττα στο
μικρασιατικό μέτωπο. Το νούμερο αυτό ήταν ο αριθμός της στολής του Βενέζη και
το μυθιστόρημα αποτελεί πιο πολύ μια πρωτοπρόσωπη αφήγηση βιωματικού τύπου που
ξεκινά από την αιχμαλωσία-του και φτάνει μέχρι την απελευθέρωσή-του.
Η
πείνα, η δίψα, οι κακουχίες, ο φόβος, η ανθρώπινη εξαθλίωση και όλα τα άλλα που
συνοδεύουν τη μοίρα του αιχμαλώτου περνάνε και στον αναγνώστη, που μέσω της
έντονης φόρτισης συμ-πάσχει με τον ήρωα. Παράλληλα, η ελληνοτουρκική διαμάχη σε
επίπεδο εθνικιστικής έξαρσης, η βίωση της ιστορίας εκ των ένδον, αλλά και η
αλληλοκατανόηση των ανθρώπων, ακόμα και εχθρικών παρατάξεων, εντείνει τη
μαρτυρία και θυμίζει δεινά αλλά και ανθρώπινα πάθη μέσα στη δίνη του πολέμου.
Γενικά
θα μπορούσε κανείς να αμφισβητήσει τη λογοτεχνική αξία του έργου, εφόσον η ωμή
πραγματικότητα δεν αφήνει περιθώρια για συγγραφικές επεμβάσεις και αισθητικές
αναλύσεις. Πρόκειται ίσως για μια αυτοβιογραφία που δεν ανάγεται σε λογοτεχνικό
γεγονός, καθώς η πιστότητά της εμποδίζει τον αναγνώστη να δει με ανοίκειο τρόπο
την πραγματικότητα. Η αφήγηση μένει στα γεγονότα, ιδωμένα από την οπτική γωνία
του αφηγητή, η γλώσσα αποτυπώνει το σύμπαν των Ελλήνων της Μικράς Ασίας, η
ατμόσφαιρα φωτογραφίζει το αίμα που χτυπά στις φλέβες των ζωντανών και χύνεται
από τις πληγές των νεκρών. Ωστόσο, η ίδια η υφή της ιστορίας και ο τρόπος με
τον οποίο αποδίδεται χαρακτηρίζεται από δραματικότητα, ενώ θα μπορούσε κανείς
να διακρίνει και το τραγωδιακό στοιχείο που δεν λείπει από τη μοίρα κάθε
ανθρώπου, είτε είναι νικητής είτε ηττημένος.
Το
βιβλίο αποκτά έτσι οικουμενικό χαρακτήρα, εφόσον δεν αναφέρεται μονόπλευρα
στους Έλληνες, ούτε μόνο στον συγκεκριμένο πόλεμο. Γίνεται μαρτυρία καθολικής
φύσης που διαβάζεται σε κάθε εποχή κι ίσως από κάθε λαό, γιατί μέσα-του
αντικατοπτρίζει την αγριότητα του πολέμου. Η βία, είτε είναι σωματική είτε
κυρίως ψυχολογική, αφορά τον καθένα κι ο Βενέζης φροντίζει να μη μας τη δώσει
με μια τεχνική σπλας, αλλά με την πειστικότητα της βιωμένης εμπειρίας. Η βία
βιώνεται ως ψυχολογική μέγγενη και όχι ως θέαμα του αίματος και θρίλερ της
ανθρώπινης κτηνωδίας.
Το
ζητούμενο πάντα σε τέτοια βιβλία είναι κατά πόσον διαβάζονται έξω από την
ιστορικότητά-τους, πόσο δηλαδή μπορούν να διαβαστούν με λογοτεχνικές αξιώσεις
σε άλλη εποχή από μια γενιά που δεν έζησε αυτόν τον πόλεμο. Κι ακόμα
περισσότερο αν μπορούν να διαβαστούν από έναν άλλο λαό και να περάσει διά της
συγκίνησης «την των τοιούτων παθημάτων κάθαρσιν». Γιατί, αν θεωρήσουμε ότι έχει ενταχθεί στον Νεοελληνικό Κανόνα, επειδή συνθέτει τη μεγάλη αφήγηση του Ελληνισμού, αν δηλαδή εκφράζει την ιδεολογία των χαμένων πατρίδων και δεν αποτελεί λογοτεχνική αξία, τότε έχει ιστορική και εθνική σημασία. Αν όμως μπορεί και αποτυπώνει τον ανθρώπινο πόνο της αιχμαλωσίας, τότε είναι από μόνο-του ενταγμένο στο πανανθρώπινο δράμα.
Καλό μήνα
Πατριάρχης Φώτιος
9 comments:
"Αν αποτυπώνει την αιχμαλωσία",
και αν τη συνδέει με τη καθημερινή ζωή του πριν και μετά την αιχμαλωσία.
Γιώργο,
καλημέρα.
Η αιχμαλωσία ως σημείο μηδέν;
Μου φαίνεται ότι η εστίαση είναι αυτή καθεαυτή η αιχμαλωσία παρά το μετά...
Εκτός αν εννοείς ότι το μετά είναι η προσφυγιά, που τη σκεφτόμαστε συνεχώς λόγω ιστορικότητας.
Πατριάρχης Φώτιος
Κατ' εμέ, η Τέχνη, ας ιχνογραφεί τα αιώνια, ας δείχνει τα αόρατα τρέχοντα, ας συλλαμβάνει τα ενδεχόμενα μέλλοντα
αποτυπώνοντας την κίνηση του νου στον καμβά της φαντασίας.
Η παράθεση καταγεγραμμένων προσωπικών μαρτυριών, στα πλαίσια ενός πολέμου, είναι δουλειά της Ιστορίας, που μπορεί και να συγκινεί, Τέχνη όμως δεν είναι.
Όσο για τους Κανόνες... καλά μωρέ, εντάξει.
Καλημέρα σας
Ελεάννα
Ελεάννα, καλημέρα.
Δηλαδή τέχνη είναι το θέμα και όχι ο τρόπος; Ο πόλεμος, η αιχμαλωσία, ο θάνατος, η φρίκη, το πολιτικό γίγνεσθαι κ.ο.κ. δεν μπορεί να είναι αντικείμενο της τέχνης, επειδή ανήκουν στο ιστορικό σκηνικό;
Ό,τι αναλαμβάνει η ιστορία, εξορίζεται από την πόλη των λογοτεχνών;
Μα ακριβώς το αντίθετο ακούμε πλέον τα τελευταία χρόνια, ότι δηλαδή η λογοτεχνία ξαναδιαβάζει την ιστορία με άλλο μάτι από την Ιστορία. Δεν μιλάω για τον Βενέζη που είναι παραδοσιακός. Μιλάω (με βάση το σχόλιό-σου) για τα χωράφια της ιστορίας και της τέχνης που ευτυχώς κατ' εμέ δεν είναι τόσο στεγανοποιημένα. Μετράει το πώς (συγκίνηση, προβληματισμός, ανάποδη ανάγνωση, προσωπική ματιά...) και όχι το τι.
Φιλιά
Πατριάρχης Φώτιος
Σεβαστέ Πατριάρχη σε χαιρετώ. Πάνε πάρα πολλά χρόνια από τότε που διάβασα το "Νούμερο" και δεν ξέρω πώς θα μου φαινόταν σήμερα. Μια μικρή διόρθωση. Το "Ουδέν νώτερον από το δυτικό μέτωπο" είναι του Έριχ Μαρία Ρεμάρκ και όχι του Ρίλκε.
Anagnostria,
καλώς σε βρίσκω.
Μα φυσικά, το "Ουδέν νεότερον" είναι του Ρεμάρκ και συγγνώμη για το λάθος απροσεξίας. Ευχαριστώ για την υπόδειξη
Καλημέρα
Πατριάρχης Φώτιος
Πατριάρχη Φώτιε
Τι; Είπα εγώ το αντίθετο; Ασφαλώς και συμφωνώ με αυτά που λέτε. Για τον Βενέζη μίλησα, αλλά, το γενικεύω τώρα, κάτι βιογραφικά, περιγραφικά, καταγραφικά, "κλασσικά" και σύγχρονα -ακόμη κι αν είναι τραγικά από μόνα τους- ε, θέλουν και το κατιτίς τους (ακριβώς αυτό το άλλο μάτι) για να μετουσιωθούν σε Τέχνη. Αλλιώς... αρνάκι άσπρο και παχύ της μάνας του καμάρι.
Φιλιά και από μένα. Πολλά!
Ελεάννα
Άσχετο, εμένα το matrix μου άρεσε.
Φοβάμαι οτι το κατιτίς οσο περνάει ο καιρός θα λείπει: κανείς δεν θα το καταλαβαίνει, εκτός αν ειναι απομίμηση παλιού κατιτίς (ειδικά από την ποίηση, που προσφέρεται για απομίμηση)Δεν ειμαι βεβαια σιγουρη οτι και παλιοτερα γινόταν αντιληπτο από πολλούς το κατιτίς. Σημερα ομως η λογοτεχνια αποζητά τους "πολλούς":αποζητά τη δημοτικότητα,να "πουλάει", και αρα το ακατόρθωτο: ο "απλός κόσμος" να αναγνωριζει το κατιτις. Ζητάμε από άντρες (σπανίως), γυναίκες (κυρίως) και νέους(ελπίζουμε!) να αναγνωρίσουν, να εκτιμήσουν και να απολαύσουν το κατιτίς της καλλιτεχνικής και γενικότερα δημιουργικής επινόησης, οταν ολοι ζουν, με ή χωρίς τη θέλησή τους, μεσα στην ασημαντότητα, τη φλυαρία, το ψεμα και τα κλισέ των προιόντων κατανάλωσης και της καταναγκαστικής μαζικής παιδείας για "επαγγελματική αποκατάσταση" Ειναι παράλογο: η κοινωνία που λατρευει τα "αστεια" των τηλεοπτικών αστέρων, τους "ερωτες" των σιριαλ και την "κοινωνικη κριτική" των πρωινάδικων, που εχει παραδώσει ασμένως ο,τι ομορφο στην ταχα ¨ελιτ", που την περιφρονεί και την ..καιει. Ας μεινει ο Βενεζης που φτιαχνει ..εθνική συνειδηση (για κατανάλωση από τα κόμματα): ειναι κι αυτη μια χησιμότητα. (μα τι συζητατε, δεν βαριέστε;)
Pellegrina,
έχεις δίκιο για το πολιτισμικό επίπεδο της εποχής: μιντιοκρατία, ευδαιμονισμός και εύκολη εύπεπτη τέχνη.
Αλλά δεν είμαι τόσο απαισιόδοξος. Έστω και μια μικρή ελίτ, η λογοτεχνία προσφέρει και εξακολουθεί να παράγει αντισυμβατική σκέψη και πρωτόγνωρες εμπειρίες, αισθητικά δοσμένες.
Καλημέρα
Πατριάρχης Φώτιος
Post a Comment