Η «Φανταστική περιπέτεια» (1985) του
Αλέξανδρου Κοτζιά είναι ένα εξαιρετικό μυθιστόρημα που εν μέσω σοσιαλιστικής
ευφορίας της δεκαετίας του ’80 καταδεικνύει την πνευματική-μας μετριότητα (για
να μην πω, μυωπία), τον καλλιτεχνικό-μας αρριβισμό, τη χρήση των κρατικών μέσων
για άνοδο, την απουσία αυτογνωσίας από τον Νεοέλληνα που αδυνατεί να δει το
πραγματικό ανάστημά-του. Είναι όντως ένα ευστοχότατο και αρτιότατο από πλευράς
τεχνικής κείμενο, για το οποίο μάλιστα, με αφορμή και την επανέκδοσή-του από
τον Κέδρο, είχα αποφασίσει να μιλήσω (στις τακτικές αναδρομές του Βιβλιοκαφέ σε
κλασικά-μας λογοτεχνήματα) την 1η Απριλίου.
Κι εκεί που εκδίδεται πάλι το έργο του
Αλέξανδρου Κοτζιά, η κόρη-του, Ελισάβετ Κοτζιά, έγκριτη και καθιερωμένη
κριτικός της Καθημερινής, δημοσιοποιεί χθες στη στήλη-της «Διακρίνοντας» μια παρουσίαση
του έργου αναδεικνύοντας τα βασικά ιδεολογικά-του στοιχεία. Το ερώτημα που
σκαρφάλωσε αμέσως στον φλοιό του εγκεφάλου-μου είναι αν ήταν δέον να μιλήσει
για το έργο του πατέρα-της ή όχι.
Ας υποθέσουμε ότι η ίδια το σκέφτηκε,
όπως και πολλοί άλλοι που τέθηκαν αντιμέτωποι με το δίλημμα να επαινέσουν
συγγενή-τους ή όχι. Κι αφού το σκέφτηκε, ας φανταστούμε με τη σειρά-μας τι ήταν
αυτό που τελικά την έκανε να γράψει μια τέτοια βιβλιοκρισία.
I.
Το
έργο καταξιωμένων ανθρώπων δεν περιορίζεται, και όλοι, ακόμα και οι
συγγενείς-τους, μπορούν να καταφεύγουν σ’ αυτό για να το αναδείξουν.
II.
Ένας
κριτικός (μία κριτικός εν προκειμένω) δεν μπορεί να αποκλείει από τη στήλη-της έργα
που έχουν καταξιωθεί και η έκδοσή-τους είναι γεγονός το οποίο δεν μπορεί να
προσπεράσει.
III.
Αν
ήταν νέο μυθιστόρημα, τότε πιθανόν αυτό να λειτουργούσε ανασταλτικά, αλλά μετά
το πέρασμα μιας εικοσιπενταετίας τέτοια κωλύματα μπορούν να υποχωρήσουν.
Θράσος! Ύβρις! Μέσα σε μια κοινωνία ευνοιοκρατίας και
συγγενοκρατίας, από την πολιτική ως τη μουσική κι από το θέατρο ως την εργασία,
σε μια κοινωνία προσωποπαγούς αλληλοϋποστήριξης (συντεχνιακής, πολιτικής,
τοπικιστικής κ.λπ.), έρχεται και η κριτική με τη δύναμη του δημόσιου βήματος που
διαθέτει να μεροληπτήσει (αν όχι να διαφημίσει) το έργο συγγενούς και να γράψει
γι’ αυτό με ορατή -έστω και διακριτική- την πρόθεση να το προωθήσει ως
σημαντικό.
Προσωπικά δεν θα το έλεγα «θράσος», παρόλο που
διαφωνώ με την απόφαση της Κοτζιά, πιο πολύ για την τακτική αυτή και λιγότερο για
την ίδια την πράξη.
Το πρώτιστο είναι ότι, επειδή ακριβώς ο καθένας θα
μπει στον πειρασμό να επιφυλαχθεί για την καθαρότητα της πρόθεσης, η κριτικός
θα έπρεπε να αποφύγει την πράξη. Μια γνωστή ρήση, αν και κοινότοπη, είναι
χρήσιμη εδώ: «Η γυναίκα του Καίσαρα όχι μόνο πρέπει να είναι τίμια, αλλά να
φαίνεται κιόλας». Ακόμα κι αν ισχύουν όλα τα Ι, ΙΙ, ΙΙΙ κ.ο.κ., δεν θα έπρεπε η
Κοτζιά να διαφυλάξει την καθαρότητα του ονόματός-της και να μην αφεθεί έκθετη
στην καχυποψία του κοινού;
Μα να μη μιλήσει ποτέ για το έργο του πατέρα-της, ο
οποίος σημειωτέον είναι ένας από τους σημαντικότερους μεταπολεμικούς
πεζογράφους-μας; Ασφαλώς ναι. Αλλά όχι μεμονωμένα, όχι η “Ελισάβετ” να γράψει
για τον “Αλέξανδρο” (εννοώ τα υπαρκτά πρόσωπα), αλλά η Κοτζιά (η κριτικός και ο
θεσμός που εκπροσωπεί) να μιλήσει γενικά λ.χ. για την πεζογραφία της
αμφισβήτησης και να περιλάβει και τον Κοτζιά, να γράψει κάτι ευρύτερο για την
Ελλάδα που κυοφορούσε δεκαετίες τώρα την κρίση-της και να μιλήσει φυσικά και
για τη «Φανταστική περιπέτεια», να δημοσιεύσει κείμενό-της για ευρύτερα
χαρακτηριστικά της λογοτεχνίας και να παραδειγματίσει και με έργα του
πατέρα-της.
Από την άλλη, κανείς δεν είναι ες αεί καταξιωμένος
και ενταγμένος για πάντα στον Κανόνα, ώστε να δικαιολογεί κανείς μια αμερόληπτη
και εκ των πραγμάτων αιτιολογημένη αναφορά στο έργο-του, κανείς κριτικός δεν
είναι αντικειμενικός κριτής ώστε να μπορεί να στέκει έξω από την εθνική-μας
κουλτούρα και να μιλά ουδέτερα και ερμηνευτικά, κανείς δεν πρέπει να λειτουργεί
με τη λογική των ακαδημαϊκών καθηγητών, που όταν τους ρώτησαν γιατί τέτοια
οικογενειοκρατία στις πανεπιστημιακές σχολές, απάντησαν: «Μα μπορούμε να
αποκλείσουμε τους γιους και τις κόρες-μας, αν έχουν τα προσόντα;». Τελικά στην
Ιατρική λ.χ. “μόνο” οι κατιόντες συγγενείς των καθηγητών είχαν τα
προσόντα!
Αυτή η φανερή σύνδεση κριτή και κρινόμενου στο ορατό
πλαίσιο της συγγενικής σχέσης, αφήνει κερκόπορτες για υποψίες που δεν θέλω να
παραδεχτώ, για τις άδηλες δηλαδή σχέσεις γενικά της κριτικής και των συγγραφέων
στο πλαίσιο άλλων διαπροσωπικών σχέσεων και την εύνοια του κριτικού απέναντι
στο πρόσωπο του συγγραφέα και όχι στο έργο-του.
Με όλο τον θαυμασμό για το έργο του Αλέξανδρου
Κοτζιά, με όλο τον σεβασμό για την κριτική πέννα της Ελισάβετ Κοτζιά, νομίζω
ότι ήταν άτοπο.
Πατριάρχης
Φώτιος
14 comments:
Το μη άτοπο θα ήταν , να πει η Κοτζιά πχ στον Κούρτοβικ: "Κοίτα, γραψε εσυ για τον πατέρα μου, γιατι δεν μπορώ εγω κι εγω θα γραψω για τον δικό σου (πατερα, φίλο, φίλη κλπ), που εσυ δεν μπορέις" Κι ολοι θα το ξερουν.
Το προβλημα της Ελλάδας ειναι οτι ειναι ενα χωριό όπου ολοι γνωριζονται, οποτε ο,τιδήποτε μ ι μ ε ί τ α ι τις νεωτερικές ευρωπαϊκες κοινωνίες μοιάζει παρωδία-θέατρο μεταξύ γειτόνων στην πλατεία (του χωριού).
Οσο για το συγκεκριμένο, αφου ειναι τοσο καλό εργο, ο όποιος "ντορος" μονο καλό θα κανει σε ολους μας.
Τελος, εννοείται οτι οι κριτικοί γνωριζουν τους συγγραφεις και τους συμπαθούν ή τους αντιπαθούν. Κριτικοί στην Ελλάδα δεν είναι; Αυτο ειναι το τιμημα. Πώς αλλιως θα μπορούσε να γινει;
Εδώ όμως στο Βιβλιοκαφέ
στην κριτική τής κριτικής
δεν υπάρχει η συγγενική σχέση
οπ'οτε ασ' τολμήσωμιά κριτική
στη κριτική τής κριτικής,
διότι "ο Καπάνταης είναι μια τεράστια ολοστρόγγυλη φούσκα"
μόνον εάν ο αναγνώστης δεν τραγουδά πώς εάν "πήραμε τη ζωή μας λάθος (κι') αλλάξαμε ζωή".
Έλα τώρα που γυρίζει. Για περάστε παρακαλώ. Δέκα κρίκοι ένα τάληρο για περάστε...
Αν όχι τώρα, η επανέκδοση, πότε δηλαδή;
Δεν ξέρω κατά πόσο το έργο, στηλιτεύοντας τα στραβά της εποχής του με τη δέουσα, υποθέτω, λογοτεχνικότητα, "προανήγγειλε την πτώχευση" ή απλά έκανε μια καταγραφή των, ας μην κοροϊδευόμαστε πια, τοις πάσι και τότε γνωστών. Όπως και να ΄χει όμως, έχουμε ένα ακόμα κρατικό βραβείο μυθιστορήματος.
Σημειώνω από την κριτική της κ. Κοτζιά.
"...Και η χαμαιλεοντική του στάση... τον αναδεικνύουν σε μεγαλεπήβολο παρασιτικό οργανισμό του δημόσιου τομέα. Συνεπώς οι θεσμικές επιβραβεύσεις πέφτουνε βροχή -από το υπουργείο Πολιτισμού και την Ακαδημία Αθηνών...."
Να προβληματιστώ; Μήπως πολλαπλώς; Όχι.
Ας σημειώσω κι αυτό:
"...Πρωταγωνιστής είναι κατά κύριο λόγο ο ελληνικός δημόσιος Τομέας με την ιδιοτέλεια, τη νωθρότητα και το βόλεμα` με τη δουλοπρέπεια, τη μετριότητα και την ίντριγκα` με την αμάθεια, την πονηριά και τις βαρύτατες αγκυλώσεις του..."
Εδώ, Πατριάρχη Φώτιε, αναφορικά με τη σύνδεση κριτή και κρινόμενου, επιτρέψτε μου να σας γνωρίσω, πως στα Παν/μια, τουλάχιστον κρατούν τα προσχήματα αφού ο νόμος εξαιρεί τους συγγενείς -και όχι μόνο πρώτου βαθμού- από τη συμμετοχή σε όλα τα στάδια της διαδικασίας κρίσεων των μελών ΔΕΠ. Στη σεπτή και άμωμη ιδιωτική σφαίρα προφανώς, θεσφατικώς και άνευ διαδικασιών επικρατούν οι αξίες.
Ε, κι εγώ με όλο το θαυμασμό και όλο το σεβασμό, έκανα μια απλή παραβολή των βιογραφικών Αλέξανδρου και Ελισάβετ Κοτζιά. Έτσι.
Ούτε ύβρη θα το έλεγα, ούτε θράσος αλλά κάπως αλλιώς. Βέβαια, επειδή λεπτομέρειες δε γνωρίζω, μπορεί και να σφάλλω ως προς τα συμπεράσματά μου. Και τότε, θα είναι κρίμα αλλά, ως απλή αναγνώστρια, θα φταίω;
Καλησπέρα σας
Ελεάννα
Φίλοι-μου,
1. καλύτερα να μη μιλήσουμε τώρα για τη "Φανταστική περιπέτεια", αφού θα ετοιμάσω την 1η Απριλίου ξεχωριστό ποστ.
2. Το θέμα-μας είναι πόσο δεοντολογικό είναι αυτή η συγγενική "διαφήμιση". Και ΔΕΝ αναφέρομαι συγκεκριμένα στην Κοτζιά, αλλά στο φαινόμενο και στις παρενέργειές-του.
3. Φυσικά, Pellegrina, κατά τη γνώμη-μου, θα ήταν το ίδιο άτοπο να γίνει αυτό που περιγράφεις. Απλώς δεν θα το καταλαβαίναμε... Κι αυτά τα δείγματα είναι που κάνουν πολλούς να πιστεύουν στη διαπλοκή και σε κριτική δημοσίων σχέσεων.
4. Από την άλλη, ένα τόσο καλό έργο δεν χρειάζεται ειδικά μια τέτοια συγγενική χείρα βοηθείας. Κι εξάλλου, όπως έγραψα στην ανάρτηση, κανένα έργο δεν ανήκει εκ προοιμίου στον Αιώνιο Κανόνα ώστε να πει κανείς πώς οπωσδήποτε πρέπει να μιλήσει γι' αυτό, γιατί εκ των πραγμάτων είναι καταξιωμένο. Μ' αυτό θέλω να πω ότι όλα συζητιούνται και δεν είναι άλλοθι για την κριτικό να πει πως μιλάει για ένα αντικειμενικά σημαντικό έργο. Η "Φανταστική περιπέτεια" πράγματι είναι κορυφαίο έργο, κατ' εμέ, αλλά αυτό δεν το κάνει φετίχ έξω από σχέσεις συγγένειας και ηθικής.
Καλημέρα
Πατριάρχης Φώτιος
Σσσσ...
"Συλλαβιστά ψιθυριστά γιατί πονάω"
http://www.youtube.com/watch?v=9B8cSb7TtB0
Καλή μας ΝΥΧΤΑ...
Ελεάννα
___________________________________
Πατριάρχα μου και φίλοι χαίρετε,
Υπάρχει πάντα η προσέγγιση μέσα από τη συγγενική σχέση που μπορεί να φωτίσει αλλιώς. Πως έκανε η Καραγάτση με το βιβλίο της για τον πατέρα της. Φυσικά αυτό δεν είναι ούτε κριτική ούτε βιβλιοπαρουσίαση. Το χειρότερο πάντως που έχω δει είναι διάσημη και "κουλτουριάρα" παρουσιάστρια της κρατικής τηλεόρασης, να παίρνει συνέντευξη από συγγραφέα και να παρουσιάζει για ένα ημίωρο το καινούργιο του βιβλίο χωρίς ποτέ να αναφέρει ότι ήταν ο σύζυγός της (άγνωστος στο ευρύ κοινό) και μιλώντας του στον πληθυντικό.
Υγιαίνετε.
Ελέαννα,
δεν το έπιασα το υπονοούμενο.
Καληνύχτα
Πατριάρχης Φώτιος
Δημήτρη,
δεν ξέρω το περιστατικό που λες (Αν θες, γράψε μου στο μέιλ τα πρόσωπα) αλλά φυσικά είναι το ίδιο, ή μάλλον πιο πολύ, αήθες.
Από την άλλη, η συγγενική σχέση δεν φωτίζει καθόλου περισσότερο το κείμενο, παρά αναδεικνύει, όπως η Καραγάτση σε μυθιστορηματικό χρονικό, τον πατέρα-της και πιο πολύ τον εαυτό-της. Αντίθετα, η κριτική της Κοτζιά δεν διεκδικεί (προς τιμήν-της) δάφνες συγγενικής αυθεντίας. Θυμήθηκα, τώρα που το συζητάμε, την Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ που την προσκαλούν να μιλήσει όπου τιμάνε τον Καζαντζάκη, γιατί είναι βαφτισιμιά-του. Έλεος!!!
Πατριάρχης Φώτιος
Η Ελισάβετ Κοτζιά έχει γράψει αναλυτικά για το έργο του πατέρα της -μεταξύ άλλων- και για τη σημασία του, στο εξαιρετικό φιλολογικό της δοκίμιο:Ιδέες και Αισθητική-Μεσοπολεμικοί και Μεταπολεμικοί Πεζογράφοι 1930-1974(Πόλις 2006).
Διαβαζοντάς το, μου έκανε εντύπωση το γεγονός ότι πάραλείπει εντελώς να αναφερθεί στον Κ. Ταχτσή και στο Τρίτο Στεφάνι -εμβληματικό μυθιστόρημα της περιόδου στην οποία αναφέρεται το συγκεκριμένο δοκίμιο. Αντιθέτως, αναφέρεται αναλυτικά στο έργο και την επιρροή συγγραφέων πολύ λιγότερο καθοριστικών -π.χ. Αργυρίου.
Δεν μπορούσα να εξηγήσω αυτή την παράλειψη, που, κατά τη γνώμη μου, έριχνε μια σκιά στο κύρος του εξαιρετικού -επαναλαμβάνω- δοκιμίου της. Η απορία μού λύθηκε αργότερα όταν διάβασα, σε κάποιο φιλολογικό άρθρο, για την παροιμιώδη αντιπάθεια που έτρεφε ο Αλέξανδρος Κοτζιάς προς τον Ταχτσή και για το πόσο πολύ απαξίωνε το έργο του. Ομολογώ ότι δεν έχω συγχωρήσει την Κοτζιά γι' αυτή την αντιεπιστημονική -ας το πούμε έτσι-μεροληψία. Γράφω τις σκέψεις αυτές ως σχόλιο στο ποστ. Παρ' όλα αυτά,εξακολουθώ να εκτιμώ αρκετά την Κοτζιά, ως κριτικό και φιλόλογο -τουλάχιστον συνήθως ξέρει για τι μιλάει, πράγμα καθόλου αυτονόητο.
Ας κρίνουμε, θα έλεγα εγώ, με βάση τα κείμενα και όχι τις συγγένειες.
Αλλά και κάτι ακόμα.
Η Κοτζιά έγραψε για τον Κοτζιά, η κόρη για τον πατέρα.
Μα, αγαπητέ φίλε, εμείς όλοι που διαβάζουμε τι γράφεις εσύ -ως Πατριάρχης Φώτιος- πως μπορούμε να είμαστε σίγουροι πως δεν έχεις γράψει για έναν δικό σου συγγενή;
Με άλλα λόγια, αν θέλουμε να ελέγχουμε τους άλλους βασισμένοι στα προσωπικά τους στοιχεία, θα πρέπει να έχουμε κι εμείς γνωστοποιήσει τα δικά μας.
Χαιρετώ, πάντα φιλικά
Φυσικά έχεις δίκιο,
αν υποθέσει κανείς ότι πίσω από την ανωνυμία κρύβεται μια τέτοια αήθης συμπεριφορά.
Και φυσικά ίσως δεν αρκεί να πω ότι δεν κάνω χάρες.
Κι αν θέλεις, διατηρώ την ανωνυμία-μου ακριβώς για να μη νιώθω την ψυχολογική ή και την πραγματική πίεση να γράψω για "φίλους", "γνωστούς" και άλλους πιθανούς κολιτσίδες.
Και, αν δηλώσω ότι δεν μπαίνω σε λογικές συναλλαγής, δεν μπορώ να απαιτήσω να το πιστέψεις αυτοχρήμα.
Αλλά ισχύει
Εξίσου φιλικά
Πατριάρχης Φώτιος
Δεν είπα πως δεν ισχύει. Εννοούσα πως είναι άλλο να γράφεις με φαρδιά πλατιά την υπογραφή σου και άλλο αυτά που γράφεις να τα υπογράφεις με ψευδώνυμο.
Σαφώς με τη δεύτερη λύση αποφεύγεις πιέσεις και μπορείς με ελευθερία να εκφράζεσα... Μα ελευθερία χωρίς τίμημα. Και μένει πάντα το ερώτημα αν μπορείς να εγκαλείς τον άλλον που έχει επιλέξει τον άλλον δρόμο. Γι αυτό καιέγραψα πως " Ας κρίνουμε, θα έλεγα εγώ, με βάση τα κείμενα και όχι τις συγγένειες". Η απάντηση - σχολιασμός του (της) NYT Review of Books νομίζω πως επιβεβαιώνει αυτήν τη θέση μου.
Όχι, Μάνο.
Όποιο δρόμο διαλέξεις στην επωνυμία, θα διαλέξεις και στην ψευδωνυμία.
Και σε ρωτώ: γιατί να γράψει για τον πατέρα-της; Είναι τόσο απλό να το αποφύγει. Γιατί εγώ, εσύ, ο οποιοδήποτε να γράψει για τον όποιο συγγενή-του; Η διαφήμιση είναι πολύ πρόσκαιρη, η κηλίδα είναι πιο καταστροφική ακόμα κι όλο το άλλο ρούχο αστράφτει.
Μήπως έχουμε μεγαλώσει σε μια κοινωνία που θεωρεί αυτονόητες και εν μέρει αποδεκτές τέτοιες αβαρίες;
Πατριάρχης Φώτιος
ΥΓ. Δεν μπορείς να κρίνεις και να ζητάς να σε θεωρήσουν αντικειμενικό, αν μιλάς για άτομα του περιβάλλοντός-σου. Το κείμενο μόνο-του ντύνεται με την ιδεολογία-σου κι γίνεσαι αυτοστιγμεί μεροληπτικός, όταν δεν αποφεύγεις τέτοιου είδους προσέγγιση.
ούτε ανωνυμία ούτε ψευδωνυμία
ετερωνυμία τη λένε
και είναι θεμιτή
(και στη λογοτεχνία και σε τέτοιες περιπτώσεις)
Post a Comment