Πέντε αφηγήσεις
σε μια σπονδυλωτή σύνθεση, ένα μυθιστόρημα που μιλάει με τον τρόπο του, με το
ύφος του και με τη σκιαγράφηση των δυνατοτήτων.
Mircea Cărtărescu “Nostalgia” 1992 Μιρτσέα Καρταρέσκου “Νοσταλγία” μετ. Β. Ιβάνοβιτς εκδόσεις Καστανιώτη -2021 |
Ποιος είναι
αυτός ο Βαλκάνιος συγγραφέας; Και γιατί να τον βάλω στο γραφείο μου, όταν έχω
να διαβάσω μεγάλα ονόματα του παγκόσμιου λογοτεχνικού jet set; Όταν
κυριαρχούν ονόματα με βραβεία και ισχυρές λογοτεχνίας, πού χωράει η ρουμανική
πεζογραφία;
> Ο Μίρτσεα Καρταρέσκου γεννήθηκε το 1956 στο Βουκουρέστι. Αποφοίτησε από το τμήμα ρουμανικής φιλολογίας του Πανεπιστημίου του Βουκουρεστίου το 1980. Μεταξύ 1980-1989 εργάστηκε ως φιλόλογος, στέλεχος της Εταιρείας Συγγραφέων και εκδότης του λογοτεχνικού περιοδικού "Caiete Critice". Έχει ασχοληθεί με την ποίηση, την πεζογραφία και το δοκίμιο και διδάσκει ιστορία της ρουμανικής λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο του Βουκουρεστίου, στην βαθμίδα του αναπληρωτή καθηγητή. Είναι πολυβραβευμένος και αρκετές φορές υποψήφιος για το Νόμπελ λογοτεχνίας. Το βιβλίου του "Γιατί αγαπάμε τις γυναίκες" έχει μεταφραστεί σε 15 γλώσσες και ήταν βιβλίο της χρονιά στη Ρουμανία το 2005.
ΚΑΤΑΛΑΒΑΙΝΩ ότι είναι ένα εξαιρετικό βιβλίο από την
αρχή. Είναι το ύφος και ο τόνος της αφήγησης που, ενώ δεν λέει κάτι
βαθυστόχαστο, με κερδίζει. Αυτό ίσως είναι ένα κριτήριο για το πόσο γερή πένα
είναι ο συγγραφέας, πόσο η γραφή μπορεί να αντέξει όλα τα άλλα χωρίς να
βαρυγκωμήσει.
ΣΠΟΝΔΥΛΩΤΟ
μυθιστόρημα. Δηλαδή πέντε ιστορίες που
φαινομενικά είναι άσχετες. Αλλά στην πράξη ένα αόρατο (;) νήμα τις συνδέει.
Το στοίχημα είναι να βρω το νήμα, να καταλάβω πώς η ιστορία για έναν
ρουλετίστα, έναν άνθρωπο που παίζει ρώσικη ρουλέτα, με μια σφαίρα στην
εξάσφαιρη θαλάμη του περίστροφου να τον κάνει να ριψοκινδυνεύει σε κάθε
στοιχηματισμό την ίδια του τη ζωή, συνάπτεται με μια συμμορία πιτσιρικάδων
δημοτικού σε μια γειτονιά της Ρουμανίας, οι οποίοι συνάντησαν ένα χαρισματικό
παιδί, τον Λοξοπάλαβο. Κι από τους δίδυμους, ένα παιχνίδι ταυτότητας, μέχρι το
ΡΕΜ, όπου ο νεαρός αφηγητής ερωτεύεται μια μεγαλύτερή του σε μια συνάντηση
ρευστότητας και απροσδιοριστίας. Και τα πέντε ημιαυτόνομα αφηγήματα
ολοκληρώνονται με άλλη μία ιδιαίτερη μορφή, τον αρχιτέκτονα Αιμίλιο Ποπέσκου
που αλλάζει το κλάξον στο αυτοκίνητό του με μελωδικούς ήχους κι έκτοτε παίζει
αυτοδίδακτα μεγάλες μελωδίες της ιστορίας της μουσικής.
Ο CĂRTĂRESCU γράφει ένα μεταμοντέρνο μυθιστόρημα, όπου η μία ιστορία στίζει λοξά την άλλη. Ο αφηγητής στον “Ρουλετίστα” και στον “Λοξοπάλαβο” είναι συγγραφέας, που επιχειρεί να αναπλάσει όσα έζησε ή δεν έζησε, κάπου ανάμεσα στη μνήμη και τη φαντασία, ανάμεσα στο βίωμα και την επινόηση. Επιπλέον, οι ήρωές του είναι ιδιαίτερα άτομα που ξεφεύγουν από τον μέσο όρο, συνδέουν το ρεαλιστικό με το φανταστικό και ζουν στο μεταίχμιο των δύο κόσμων.
ΣΑΓΗΝΕΥΤΙΚΟ ΞΕΚΙΝΗΜΑ με τον “Ρουλετίστα”, πιο πεζά και
προσγειωμένα τα άλλα, ξανά στα ύψη ο “Αρχιτέκτονας”.
Πέρα όμως από τις στυλιστικές πιρουέτες και τις μεταμοντέρνες μικροτεχνικές,
ποιο νόημα (με την ευρύτερη έννοια) εξάγεται από πέντε άσχετες ιστορίες; Πώς
δηλαδή στο μυαλό μας βλέπουμε μια συνεκτική γραμμή, πέρα από τα μεμονωμένα
κεφάλαια; Σπαζοκεφάλιασα ώσπου έψαξα απαντήσεις σε άλλους: βρήκα πολλές κριτικές
και αναγνώσεις, αλλά δεν κράτησα κάτι παραπάνω απ’ όσο είχα δει μόνη μου. Ίσως
δεν έπρεπε να γράψω ένα τέτοιο post, αφού λίγα πράγματα κατάλαβα. Ωστόσο, κι αυτή η
αμηχανία, αυτή η έμμεση σαγήνη, αυτά τα δύο ακροτελεύτια αφηγήματα αξίζουν ώστε
να γράψω λίγα πράγματα, όπως τώρα.
Πάπισσα Ιωάννα
No comments:
Post a Comment