Tuesday, October 23, 2007

Mocca: Δ. Σιατόπουλος

Δ. Σιατόπουλος, “Ελ Γκρέκο: ο ζωγράφος του Θεού”

Το βιβλίο κυκλοφόρησε το 1974 και ξαναήρθε στο προσκήνιο με τη μεταφορά του στη μεγάλη οθόνη από τον Γ. Σμαραγδή. Η αλήθεια βέβαια είναι ότι το σενάριο απέχει πολύ από το μυθιστόρημα (γεγονός καθόλου αξιοκατάκριτο): είναι πιο γρήγορο, πιο αλματώδες, αποσιωπά τις διάφορες ερωτικές περιπέτειες του Δομήνικου στην Κρήτη και στη Βενετία κρατώντας μόνο τη Βενετή αρχόντισσα και την Ισπανίδα σύντροφό του, εμβάλλει τον καθοριστικό ρόλο του καθολικού αρχιεξεταστή Νίνιο Γκουεβάρα κ.ά. Μιλάμε επομένως για δύο διαφορετικές αφηγήσεις. Θα ξεκινήσω από την ταινία:
Υπερπαραγωγή εποχής με εξαιρετικά κοστούμια, σκηνικά και φωτογραφία. Αυτό και μόνο κάνει τον θεατή να μαγεύεται από το σύνολο της ταινίας και να βυθίζεται στην παρακολούθησή της. Ο Έλληνας που διαπρέπει στο εξωτερικό είναι θέμα εθνικής υπερηφάνειας που κάπως συγκινεί (στο βιβλίο βέβαια η ίδια η γλώσσα, ελληνική με στρογγυλεμένες καταλήξεις και ιταλικά στοιχεία, δημιουργεί ατμόσφαιρα, καθώς προσπαθεί να αναπλάσει τη γλώσσα των Κρητικών της εποχής, λίγο πριν την Κρητική Αναγέννηση του Ερωτόκριτου και της Ερωφίλης). Οι ηθοποιοί γενικά έπαιζαν καλά –ξεχωρίζω τον πρωταγωνιστή Nick Ashdon που ως physic αλλά και ως ταμπεραμέντο ανταποκρίθηκε ικανοποιητικά –και κάτι παραπάνω- στον ρόλο του, με πολύ καλή εξίσου παρουσία του ηθοποιού που ενσάρκωνε τον Ισπανό Ιεροεξεταστή. Τέλος μικρά σκηνοθετικά-σεναριακά ευρήματα δικαιώνονται όπως ο σύντροφος Νικολιός που διαβάζει τις σπάλες ή η αλληγορία του συμπλέγματος του Λαοκόωντα.
Από εκεί και πέρα, η ταινία κινήθηκε σε πολύ μέτρια επίπεδα, κυρίως λόγω της έλλειψης εσωτερικής δραματικότητας. Ο κινηματογραφικός Ελ Γκρέκο δεν είχε στίγμα, αφού ο Σμαραγδής προσπάθησε να συνθέσει έναν ηρωικό, αντισυμβατικό και αντικομφορμιστή άνθρωπο, που συγκρούεται με το κατεστημένο της εποχής, δηλαδή την Ιερά Εξέταση, με τον λόγο του, τη στάση του, τη διαφορετική σύλληψη της πραγματικότητας. Έριξε δηλαδή το βάρος στην αντικληρική του δράση με κέντρο την εν γένει αντιδραστικότητά του. Απέτυχε ωστόσο να καταδείξει ότι αυτά όλα τα είχε στο έργο του. “Βλάσφημος” και εξτρεμιστικός στη ζωή, αλλά όχι στους πίνακές του. Όλες οι κατηγορίες της Ιεράς Εξέτασης για το έργο του δεν έπειθαν κανέναν θεατή. Καμία καινοτομία της ζωγραφικής του δεν φάνηκε να ξεχωρίζει από τα έργα των συγχρόνων του, κανέναν νεωτερισμό που να δείχνει αυτό το ατίθασο πνεύμα του Θεοτοκόπουλου δεν είδαμε στους πίνακές του. Ή καλύτερα τίποτα τέτοιο δεν μας έδειξε ο σκηνοθέτης, ώστε να μας πείσει για την πρωτοπορία του ζωγράφου. Ο Σμαραγδής μετέφερε με άλλα λόγια την ανατρεπτική διάθεση της τέχνης του Ελ Γκρέκο στην εξωτερική αντίδραση του ίδιου του καλλιτέχνη και όχι στα έργα του. Παρουσίασε έναν ήρωα σύγχρονης κοπής και όχι έναν ανανεωτικό ζωγράφο.
Από αυτήν την άποψη το βιβλίο είναι πολύ πιο καίριο. Παρά τις όποιες ατέλειές του ως μιας παραδοσιακής μυθιστορηματικής βιογραφίας, το έργο του Σιατόπουλου στήνει μπροστά στον αναγνώστη μια συνεπή προς τον εαυτό της πραγματικότητα. Ο μυθοπλαστικός Ελ Γκρέκο είναι ρηξικέλευθος, γιατί καταφέρνει στο έργο του να συνενώσει τον ανατολικό μυστικισμό με τη δυτική τεχνοτροπία, να ξεφύγει από τον “νατουραλισμό” του 16ου αιώνα και να πρωτοπορήσει ενδυναμώνοντας τη ζωγραφική με εσωτερικότητα και ανάταση. Αυτήν την ανάταση μάλιστα την κατορθώνει με τις ψιλόλιγνες φιγούρες που τείνουν προς τα πάνω σαν να εξαϋλώνονται. Στο βιβλίο το βάρος πέφτει στον ζωγράφο Θεοτοκόπουλο και όχι στον άνθρωπο, ή καλύτερα όσα αφορούν στον άνθρωπο αποκαλύπτονται και μέσα στην τέχνη του. Ακόμα και μπροστά στην Ιερά Εξέταση βλέπουμε κρίση τεχνοτροπίας (και ορθόδοξου δόγματος που σέβεται πλήρως τη θρησκεία) και νεωτερισμούς ως προς την καλλιτεχνική παράδοση.
Βεβαίως, δεν κρίνουμε τι απ’ όσα διαβάζουμε ή βλέπουμε ανταποκρίνεται στην ιστορική πραγματικότητα. Κρίνοντας την ταινία ή το βιβλίο αυτόνομα, μας νοιάζει αν η ηρωοποίηση έγκειται στην ευρύτερη αντίδραση του Ελ Γκρέκο ή στην καταξίωση της τέχνης του που προκύπτει από τις καινοτόμες συλλήψεις και εκτελέσεις. Ο προβληματισμός που μένει είναι αν τελικά η κινηματογραφική εικόνα μπορεί να αποδώσει την εσωτερικότητα της λογοτεχνίας και την καλλιτεχνική επαναστατικότητα της ζωγραφικής.

Πατριάρχης Φώτιος
23.10.2007

14 comments:

Pellegrina said...

α)Μια απάντηση στο τελευταίο σας ερώτημα είναι, νομίζω, ο "Αντρέι Ρουμπλιώφ" του Ταρκόφσκι.
β)Στην Ελλάδα υπάρχει, προσιτότατο στη θέα, γνήσιο εργο του Ελ Γκρέκο, από την πρώιμή του περίοδο όμως, πριν φύγει από την Κρήτη, το έκανε δεκαεννιά χρονών. Είναι μια μικρή Κοίμηση Θεοτόκου που βρίσκεται στον ομώνυμο ναό στην Ερμούπολη (ήρθε από τα Ψαρά, μετά την καταστροφή). Υπάρχει η υπογραφή του φαρδιά πλατιά "Δομήνικος Θεοτοκόπουλος ο δείξας". Την έχω δει επανειλημμένα από κοντά και πάντα αναρωτιέμαι μπροστά της το εξής αναπάντητο: θα με γοήτευε τόσο (γιατί με γοητεύει, και μιλάμε για άτομο -εμένα- με τη μακρινότατη δυνατή σχέση με εικόνες, βυζαντινά κλπ) αν ΔΕΝ ήξερα ότι είναι του Γκρέκο;

Πάπισσα Ιωάννα said...

Συμφωνώ με τον Ταρκόφσκι. Ίσως θα μπορούσα να προσθέσω και τον Κισλόφσκι...
Πατριάρχης Φώτιος

Anonymous said...

Πατριάρχα,
έχετε δίκιο όταν λέτε ότι το βιβλίο είναι πιο πλούσιο (και πιο ατμοσφαιρικό)τόσο στην γλώσσα όσο και στα γεγονότα της ζωής του
ζωγράφου. Διάβασα την πρώτη έκδοση του βιβλίου το καλοκαίρι
και δεν νομίζω ότι η ταινία έχει αγγίξει κάτι από αυτά - ναι μεν είχε υπέροχα κοστούμια και σκηνικά, μουσική βεβαίως του Βαγγέλη Παπαθανασίου,
αλλά δεν νομίζω ότι μετέφερε κάτι από την μαγεία του βιβλίου ή την
περιπέτεια της ζωής και της "περιπλάνησης" του ΔΘ - ο σκηνοθέτης παρέλειψε πολλές σημαντικές πλευρές του καλλιτέχνη και δεν τοποθετήθηκε καν στο θέμα της τέχνης, απλώς παρουσίασε το έργο του εικονικά, χωρίς να προχωρήσει σε βάθος. Αυτό το συλλογιζόταν παράλληλα με τα καρέ όποιος γνωρίζει το έργο και την πορεία του ζωγράφου. Κέντραρε βασικά στην προσωπική ζωή του ζωγράφου και αυτό σου έμενε βγαίνοντας από την αίθουσα. Ένιωσα τουλάχιστον απογοητευμένη από την πλοκή.
Άλλο πράγμα είναι τελικά η ταινία που βασίζεται σε ένα βιβλίο και άλλο το ίδιο το βιβλίο. Πείτε μου όμως, δεν σας φάνηκε άνιση η ταινία;

Καληνύχτα σας.

@Πελεγρίνα: μπορεί να μην νιώθατε γοητευμένη αλλά νομίζω ότι εάν παρατηρούσατε προσεκτικά την πινελιά του ζωγράφου, θα νιώθατε ότι κάτι διαφορετικό υπάρχει στον καμβά του: φορά, ένταση, χρώμα...

ritsmas said...

Καλημέρα σας. Δεν έτυχε ποτέ να μιλήσουμε. Μπαίνω για πρώτη φορά στο μπλόγκ σας. Το βρίσκω ενδιαφέρον και θα ξαναπεράσω. Ο,τι σχετίζεται με το βιβλίο ( παρ ότι δεν ειναι ο τομέας μου) λειτουργεί ως προωθητική δύναμη.Κι αυτό είναι, νομίζω, μια ασήμαντη αρχή.
Σας χαιρετώ
Ριτς

Anonymous said...

Μερικά σχόλια για την ταινία:

(τα συμπεριλαμβάνω όπως ακριβώς τα έγραψα σε ένα άλλο blog, διότι βαριέμαι να τα ξαναγράφω).

Η αλήθεια είναι πως δεν κατάλαβα τι πραγματικά επιδίωκε η ταινία. Ίσως επειδή πήγα να την δω προκαταλειμένος θετικά, περιμένοντας να δω μια υπερπαραγωγή που γυριζόταν 9 χρόνια. Τελικά έφυγα απογοητευμένος. Αν την τοποθετήσω στα ελληνικά πλαίσια, τότε την θεωρώ μια μέτρια προς σχετικά καλή ταινία, τίποτα όμως ιδιαίτερο, εκτός κι αν τις υπερπαραγωγές τις κάνουν τα κουστούμια. Περίμενα όμως μια παραγωγή που να πλησιάζει τουλάχιστον το επίπεδο παραγωγής των «Πολίτικη κουζίνα» και «Νύφες», αλλά αυτό απέχει πολύ.
Δυστυχώς, δεν μπόρεσα σε καμία στιγμή να ‘μπω’ μέσα στην ταινία. Οι έλληνες που μιλούσαν αγγλικά είχαν μια απαράδεκτη προφορά για τέτοιο επίπεδο παραγωγής. Το ίδιο και ο El Greco όταν μίλησε ελληνικά (χάθηκε τουλάχιστον ένα play back;) Σε ολόκληρη Ιταλία και Ισπανία δεν υπήρχε σχεδόν ούτε ένα ευρύτερο εξωτερικό πλάνο, οι εικόνες περιορίστηκαν σε εσωτερικούς χώρους και σε αυλές. Το πάθος του καλλιτέχνη, ο εσωτερικός του αναβρασμός και οι λόγοι που τον έκαναν ξεχωριστό στο είδος του, περιορίστηκε στο πάθος για δυό γυναίκες και στην προσέγγιση του σκηνοθέτη πως ο Ελ Γρέκο έζησε με προορισμό, σαν φως να πολεμήσει το σκοτάδι. Στην τέχνη του αυτό στέκει, αλλά η προσπάθεια δημιουργίας ενός ηρωικού και μοιραίου χαρακτήρα, που κερδίζει την ιερά εξέταση μόνο επειδή ο ιεροεξεταστής βλέπεις αγγέλους ή δαίμονες πίσω από τον Θεοτοκόπουλο, σαν αυτός να είναι κάποια υπερφυσική φιγούρα, το θεωρώ τουλάχιστον αστείο. Οι στιγμές έντασης της ταινίας προσπάθησαν να επιτευχθούν μόνο με τις δυνατές κραυγές του πρωταγωνιστή, ενώ για την διασαφήνηση του χαρακτήρα του και του έργου του, αντί να χρησιμοποιηθούν διάφορες σκηνές, περιορίστηκαν σε απλές ατάκες. Για παράδειγμα, η μετατροπή μέσω της ζωγραφικής του Θεοτοκόπουλου καθημερινών ή και ‘αμαρτωλών’ χαρακτήρων σε αγίους (κάτι σαν Καραβάτζιο δηλαδή), προσπαθεί να γίνει πιστευτή μόνο γιατί το λένε με λόγια κάποιοι στην ταινία, κι όχι γιατί η ταινία με οδήγησε σε αυτό το συμπέρασμα. Κι αυτό είναι ένα μοτίβο που την διαπερνά ολόκληρη.
Η ταινία ήταν τελικά βιογραφία; Ήταν παραβολή; Ήταν το μέσο για να προβάλει ο σκηνοθέτης μια μάχη καλού – κακού, φως - σκοταδιού; Ήταν μια προσπάθεια εξύμνησης και ηρωωποίησης μιας ελληνικής μορφής; Τι ήταν;
Τέλος πάντων, αρκετά πλάτυνα. Υπήρχαν βέβαια και καλά στοιχεία στην ταινία, όπως η εξαιρετική μουσική του Βαγγέλη Παπαθανασίου (πού είναι το μόνο στοιχείο επιβλητικότητας της ταινίας, μαζί με τους πίνακες του Θεοτοκόπουλου στο background).
Από σκηνές κρατάω την σκηνή που ο Λαζόπουλος αδειάζει το πουγκί του από χρήματα και το γεμίζει με χώμα της πατρίδας του, καθώς και την σκηνή που ο υποψήφιος ιεροδικαστής είναι στην εκκλησία και προσεύχεται ενώ έρχεται πίσω του ό άλλος για να τον ρωτήσει αν δέχεται την θέση ή όχι. Κι αυτό, γιατί μόλις σήκωσε το κεφάλι του, η εικόνα μου θύμισε πραγματικά εικόνα παρμένη από το έργο του Ελ Γκρέκο.
Επίσης, με μια μικρή αναζήτηση σήμερα το πρωί στο ίντερνετ για ακόμα περισσότερες πληροφορίες για την ζωή του Θεοτοκόπουλου, είδα ότι όντως είχε κατηγορηθεί από την ιερά εξέτεση πως τα φτερά των αγγέλων που ζωγράφιζε ήταν πιο μεγάλα από το ‘φυσικό’...

Πάπισσα Ιωάννα said...

Sue, καλωσόρισες. Συμφωνούμε ότι το βιβλίο -χωρίς να είναι κάτι πρωτοποριακό- συλλαμβάνει καλύτερα τη μορφή του Ελ Γκρέκο.

Ριτς, με χαρά θα σε βλέπουμε στο βιβλιοκαφέ μας.
Πατριάρχης Φώτιος

Πάπισσα Ιωάννα said...

kritikov, καλοσώρισες.
Συμφωνώ με όσα λες. η ταινία ήταν πολύ talking και καθόλου σχεδόν showing, όπως λένε οι Άγγλοι. Το παράδειγμα που αναφέρεις είναι εύγλωττο: "η μετατροπή μέσω της ζωγραφικής του Θεοτοκόπουλου καθημερινών ή και ‘αμαρτωλών’ χαρακτήρων σε αγίους [...] προσπαθεί να γίνει πιστευτή μόνο γιατί το λένε με λόγια κάποιοι στην ταινία, κι όχι γιατί η ταινία με οδήγησε σε αυτό το συμπέρασμα.". Είναι πρόβλημα που δεν το έλυσε ποτέ ο Σμαραγδής.
Δες και το βιβλίο αν θέλεις.
Πατριάρχης Φώτιος

Pellegrina said...

Πω πω θάψιμο! Τον φάγατε όλοι τον άνθρωπο! (τον Σμαραγδή εννοώ)Θα με κάνετε να πάω να τη δω, αν και δεν είχα πρόθεση. Ε, δεν πειράζει που δεν τονίζει τα της τέχνης, θα πάω να δω πώς δείχνει τα του ανθρώπου.
Ένα κακό πάντως με την ελληνική κουλτούρα γενικά (και σινεμά και βιβλία)είναι ότι συνήθως υπερτονίζει πράγματα σαν "το πάθος για γυναίκες" (ή άντρες), χωρίς πάντα να φαίνεται πώς και γιατί αυτό είναι σημαντικό. Το θεωρούμε σημαντικό από μόνο του, είναι όμως;
Επι τη ευκαιρία, από παραγωγές δεν ξέρω πολλά και επίσης δεν βλέπω σχεδόν καθόλου ελληνικό σινεμά, οπότε δεν μπορώ να συγκρίνω. Αλλά, όσον αφορά τα υπόλοιπα, προσωπικά ουδέποτε κατάλαβα το ντουέτο "πολίτικη κουζίνα" και "Νύφες" δηλαδή γιατί πάνε στην αξιοόγηση μαζί. Οι Νύφες ήταν ενδιαφέρουσα ταινία, έλεγε κάτι σημαντικό,είχε ωραίους χαρακτήρες-σύμβολα και σήκωνε πολλαπλές αναγνώσεις. Η Πολίτικη κουζίνα ήταν ένα γλυκανάλατο μέινστριμ, όλο κλισέ. Καλοί ηθοποιοί βέβαια, αλλά πέραν τούτου;

Anonymous said...

Καλησπέρα σας και χαίρομαι που σας (ξανα)βρίσκω.

Το πιο αξιόλογο κατ’ εμέ στοιχείο του βιβλίου είναι ότι συνέλαβε την τραχύτητα της κρητικής γης και αυτήν της προσωπικότητας του ζωγράφου διότι ο Δ.Θεοτοκόπουλος δεν ήταν ο τρυφερός και λεπτεπίλεπτος νέος που ενσαρκώνει ο Nick Ashdon. Το γλωσσικό ιδίωμα της Κρήτης σε συνδυασμό με την ελληνική γλώσσα του 16ου αι. καταφέρνει να δώσει το στίγμα της εποχής χωρίς να παραπλανεί ή να ωραιοποιεί πρόσωπα και καταστάσεις. Πολύ ενδιαφέρον σημείο αυτό αν και ομολογώ ότι αρκετές φορές “εξάρθωσα” το νου μου για να παρακολουθήσω τον ειρμό της γραφής. Αν και το βιβλίο στέκεται κάλλιστα αυτόνομα, βρίσκω ότι δεν έχει το ρυθμό που θα του επέτρεπε μια ρέουσα και απρόσκοπτη ανάγνωση, κάτι που ισχύει και στην ταινία. Βλέπεις κενά και παύσεις τα οποία δημιουργούν λάθος εντύπωση στον θεατή που δεν γνωρίζει περισσότερα. Όσο για την γλώσσα/τις γλώσσες της ταινίας, νομίζω ότι ήταν σχεδόν ανερμάτιστη/ες. Ίσως είμαι υπερβολική αλλά εάν απομονώναμε τους διαλόγους, δεν θα μπορούσαμε να καταλάβουμε τίποτα από ότι συνέβαινε, πόσω μάλλον την συναισθηματική φόρτιση των προσώπων, με φωτεινή εξαίρεση βέβαια τα “οργισμένα” και απειλητικά ισπανικά του Νίνιο ντε Γκεβάρα και τα λόγια του Θεοτοκόπουλου μπροστά στο κελί της Ιεράς Εξέτασης.

Καλό σας βράδυ.

Anonymous said...

Καλημέρα

Καλώς σας βρήκα βιβλιοκαφέ!

Pellegrina, αναφέρομαι στις δυο ταινίας "Πολίτικη κουζίνα" και "Νύφες" γιατί κατά την γνώμη μου, είναι οι κορυφαίες παραγωγές των τελευταίων χρόνων του ελληνικού κινηματογράφου. Τόσος ντόρος για το "Ελ γκρέκο", ε, περίμενα να δω κάτι εφάμιλλο ή και καλύτερο. Αδίκως όμως, το συναίσθημα που μου άφησε η πολίτικη κουζίνα το θυμάμαι ακόμα, το "Ελ γκρέκο" όμως, έχει ήδη αρχίσει να σβήνεται από την μνήμη μου.

Πάπισσα Ιωάννα said...

Πολύ πέραση έχει ο Ελ Γκρέκο, πιο πολύ λόγω της ταινίας παρά του βιβλίου. Κάτι σαν τον Ζορμπά, που έγινε γνωστός από τον Κακογιάννη και όχι τόσο από τον ...Καζαντζάκη! (ψιλοϋπερβολή). Μεγάλη πέραση και τα του κινηματογράφου. Μήπως να κάνω το ΒΙΒΛΙΟΚΑΦΕ Σινεκαφέ;
Πατριάρχης Φώτιος

Pellegrina said...

Να το κάνετε, πιο πολύ κόσμο θα έχουμε!
Εγώ πάντως είδα το ρουμάνικο. Σούπερ! ΔΕΝ είναι μια ταινία για την έκτρωση ή το καθεστώς τσαουσέσκου, αλλά για όλα τα σημαντικά στοιχεία της ανθρώπινης ζωής, με προεξάρχον τη ΦΙΛΙΑ (κεντρική ηρωίδα δεν είναι η έγκυος, αλλά η φίλη της). Σπεύσατε.

DINOS TZORTZOGLOU said...

Συγχωρέστε με που μπαίνω έτσι ... καθυστερημένα στη συζήτηση και ... απρόσκλητος στην παρέα σας...
Επαρχία γαρ και μόλις χθες μπορεσα να δω την ταινία.
Και αφού είναι ... "βιογραφική" εύλογα μου δημιουργήθηκαν απορίες και άρχισα να ... ψάχνομαι, μια και δεν είχα ασχοληθεί παλιότερα με το Θεοτοκόπουλο... εκτός από την έκθεση που είχε γίνει στο "μέγαρο" και είχα την καλή τύχη να δω ως επισκέπτης στην Αθήνα.
Δεν ξέρω αν μπορείτε να με βοηθήσετε αλλά θα σας πω τα ... ζόρια μου...
Ψάχνοντας και διαβάζοντας βρήκα τα ... πάντα....
Οτι ο Γκρεκο λεγόταν ... Κυριάκος(!), αλλού ότι λεγόταν Δομήνικος και αυτό δείχνει ότι οι γονείς του ήταν Καθολικοί ή φίλα προσκείμενοι στους κατακτητές (ενώ στην ταινία είναι αρχηγοί στο αντάρτικο), ότι οίδιος ήταν καθολικός, αλλού ότι ΕΓΙΝΕ καθολικός, αλλού ότι πέθανε ... ορθόδοξος(!), ότι ΔΕΝ μαθήτευσε κοντά στον Τιτσιάνο και πως αυτό είναι μια ... παρεξήγηση, ότι μετά τη Βενετία πήγε στη Ρώμη, όπου με αφορμή την επιθυμία του τότε πάπα να αφαιρεθούν σκηνές από την Καπέλα Σιστίνα του Μικελάντζελο, δήλωσε ότι ευχαρίστως θα έκανε κάτι πιο σεμνό και σίγουρα όχι κατώτερο, οτι στην Ισπανία ήταν φίλα προσκείμενος ΚΑΙ στους ιεροεξεταστές (ΠΑΠΥΡΟΣ ΛΑΡΟΥΣ), ακόμα και ότι στη διαθήκη του άφησε κληρονόμο το γιο του, αλλά και ότι ΔΕΝ άφησε διαθήκη (αρχείο Αγ. Βαρθολομαίου)...
Μιας και βρίσκομαι σε blog βιβλιόφιλων.... ΠΑΡΑΚΑΛΩ ΒΟΗΘΕΙΑ!!!!

Πάπισσα Ιωάννα said...

Τα ζητήματα που θέτεις άπτονται της ιστορίας. Η ταινία βασίστηκε στο βιβλίο του Σιατόπουλου και γι' αυτό κρίνεται με τέτοιους όρους και όχι αν ανταποκρίνεται στην ιστορική αλήθεια. Ειδικός δεν είμαι για να απαντήσω (Domenico σημαίνει όντως Κυριάκος), οπότε ψάξε σε ιστορίες τέχνης και βιογραφίες του Θεοτοκόπουλου.
Πατριάρχης Φώτιος