Τελικά ο τρόπος που θα μπεις σε ένα έργο μπορεί να επιβάλλει
και την τελική-σου εκτίμηση. Είναι η πρώτη εντύπωση, η πόρτα που σε έβαλε στα
ενδότερα: αν είναι διεγερτική, θα συγχωρήσεις πολλά λάθη και ατέλειες, αν είναι
τελματωμένη, θα απαξιώσεις και ό,τι καλό κουβαλά το έργο στις αποσκευές-του.
Γι’ αυτό όμως θα επανέλθω σε ειδική ανάρτηση.
Latte:
Ηλίας Παπαμόσχος
“Ο μυς της καρδιάς”
εκδόσεις Μεταίχμιο
2011
Το διήγημα
μπορεί να χαμαιλεοντίζει προς δύο κατευθύνσεις, προς αυτήν του μυθιστορήματος
αλλά και προς αυτήν του ποιήματος. Ας ονομάσουμε την πρώτη “αφηγηματική” και τη
δεύτερη “ποιητική”.
Στην αφηγηματική το βάρος πέφτει σε
μια ιστορία, άλλοτε πολύπλοκη και αφηγηματολογικά σύνθετη κι άλλοτε απλή σαν
καθημερινή εμπειρία ή σκέψη εν εξελίξει. Εκεί μετράνε οι τρόποι αφήγησης και οι
χαρακτήρες, οι οποίοι σε σύντομο διάστημα πρέπει να μπορούν να αναδείξουν τη
λογοτεχνική ιδιαιτερότητά-τους. Το βασικό σ’ αυτήν την περίπτωση είναι η
κορύφωση να έλθει την κατάλληλη στιγμή και να κερδίσει τον αναγνώστη με ένα μαγικό
άγγιγμα που προκύπτει από την οικονομία του έργου. Στην ποιητική από την άλλη το
βάρος πέφτει στη γλώσσα, που άλλοτε ατμοσφαιρική και υποβλητική κι άλλοτε
λυρική, συναισθηματική, καμιά φορά υποκειμενικά στοχαστική, προσπαθεί να
σαγηνεύσει τον αναγνώστη. Το διήγημα σ’ αυτήν την περίπτωση είναι πιο στατικό
αλλά θέλγει αυτούς οι οποίοι αρέσκονται στο φορτίο των λέξεων και στον ρυθμό
του λόγου (Δες κατά καιρούς τις συζητήσεις που έχουμε κάνει με τον Ναυτίλο: http://alexis-chryssanthie.blogspot.com).
Συνεπώς, η συλλογή διηγημάτων του
Παπαμόσχου θα αρέσει στον φίλο Ναυτίλο, αφού υπάγεται στη δεύτερη κατηγορία και
απελευθερώνει στην ντουζίνα των διηγημάτων-της το υποδηλωτικό φορτίο των λέξεων
σε μικρά κείμενα που διαβάζονται με την καρδιά (εύλογος ο τίτλος) και όχι με το
μυαλό. Σε άλλα από αυτά η ιστορία είναι απλώς η αφορμή, αφού η εστίαση είναι
στο συναίσθημα και στη συγκίνηση, ενώ σε άλλα η ιστορία ατροφεί μέχρι απουσίας
για να κυλήσει η αναγνωστική ματιά αμιγώς στο κλίμα του έργου.
Ένα διήγημα αναφέρεται στην καρδιακή
πάθηση που εξαντλεί τον ήρωα, ένα άλλο αποτελεί μια παραμυθιακή περιγραφή της
Καστοριάς, όπου γεννήθηκε και ζει ο συγγραφέας, σε ένα τρίτο ο θάνατος της
μητέρας φέρνει στο προσκήνιο τη σχέση του αφηγητή και των γονιών-του. Ο
μικρόκοσμος του διηγηματογράφου και η γενέτειρα πόλη αποτελούν τις αφορμές για
να σπινθηρίσει η ματιά-του και να μετατρέψει σε λέξεις ό,τι πέρασε καταρχάς τις
χαραμάδες της καρδιάς-του.
Για να διαβάσεις τέτοια έργα, πρέπει
να βρεις πέντε λεπτά απόλυτης ανεμελιάς και καρτερίας, να αφεθείς στον
ρυθμό-τους, να μη σκέφτεσαι το «μετά», ούτε μέσα στο έργο ούτε στη ζωή-σου, να
βυθιστείς στο τέμπο που δίνει ο συγγραφέας και να προσπαθήσεις να νιώσεις, να
συν-αισθανθείς καλύτερα ό,τι προκάλεσε τη μικρή δόνηση και άναψε τον σπινθήρα
για να γραφεί κάθε διήγημα. Γι’ αυτό λέω ότι αυτό χρειάζεται μια προσέγγιση των
έργων σαν να είναι ποιήματα, κάτι για το οποίο πρέπει να είσαι προετοιμασμένος
γιατί αλλιώς θα περιμένεις πλοκή και θα βλέπεις κύκλους.
[Πρωτοδημοσιεύτηκε
στο In2life στις 29.12.2011]
Πατριάρχης Φώτιος
2 comments:
Πραγματικά Φώτιε, μου κίνησες το ενδιαφέρον. Αύριο που θα πάω στο (ομώνυμο) βιβλιοπωλείο θα το αναζητήσω...
Αν σε έχω ψυχολογήσει σωστά, τότε τα διηγήματα του Παπαμόσχου θα σου αρέσουν.
Καλημέρα
Πατριάρχης Φώτιος
ΥΓ. Και φαντάσου να μας πεις ότι ήταν πολύ λυρικά και θολά, η γλώσσα-τους πολύ ποιητική και δεν σου άρεσε που η υπόθεσή-τους ήταν ατροφική...
Post a Comment