Sunday, June 24, 2007

Bαρύ γλυκός και όχι: Νίκος Δαββέτας

Νίκος Δαββέτας “Λευκή πετσέτα στο ρινγκ”

Υπόθεση: ένας δημοσιογραφίσκος αναλαμβάνει να ετοιμάσει ένα αφιέρωμα στον εμφύλιο με μαρτυρίες ανθρώπων που τον έζησαν. Ο αφηγητής-δημοσιογράφος ζει μια τελματωμένη ζωή με τον γάμο του στα πρόθυρα του διαζυγίου και το αφιέρωμα είναι μια διέξοδος. Στην έρευνά του πέφτει πάνω σε δύο εκτελέσεις, οι οποίες παρουσιάζονται καταρχάς ως εκκαθαρίσεις ιδεολογικών αντιπάλων, αλλά εντέλει αποκαλύπτεται ότι πρόκειται για προσωπικές διαφορές.

Είδος αφήγησης: δείγμα μυθιστορήματος (ή νουβέλας) όπου δύο χρονικά επίπεδα αλληλοδιαπλέκονται: το σήμερα με το παρόν του ήρωα και το (ιστορικό) τότε, όπου επιχειρείται η ανάπλαση της εποχής. Το μυθιστόρημα που αναφέρεται σε ένα ιστορικό παρελθόν κινείται συχνά τα τελευταία χρόνια στα δύο αυτά επίπεδα με χαρακτηριστικό δείγμα το “Αθώοι και φταίχτες” της Μ. Δούκα.

Μεγάλο θετικό στοιχείο: ο Δαββέτας καταφέρνει με απλά και λιτά υλικά να αναιρέσει την κυρίαρχη άποψη που βλέπει τον εμφύλιο ως ιδεολογικό αγώνα και να προβάλλει τα προσωπικά μίση πάνω από τις κομματικές διαφορές. Ο Π. Τατσόπουλος ("Τα Νέα", 4.11.2006) το διατυπώνει με ευστοχία: “ο ελληνικός εμφύλιος … δεν ήταν παρά μια κανιβαλιστική σύρραξη μεταξύ γειτόνων, χθεσινών ομοτράπεζων (εκπληκτικό το στιγμιότυπο με τα δυο αδέλφια που το πρωί πολεμούν αντικρυστά και το βράδυ επιστρέφουν σπίτι για να μοιραστούν το φαγητό της μάνας τους), που βρήκαν τη «χρυσή ευκαιρία» για να παρακάμψουν την απαγορευτική κοινωνική ιεραρχία, να λύσουν πολλές από τις προπολεμικές διαφορές τους - οικονομικές, ερωτικές, παντός είδους - κι ετεροχρονισμένα πια, με την πατίνα της λήθης, να εξιδανικεύσουν την ανθρωποσφαγή αφαιρώντας κάθε ενοχλητική ιδεολογική ακίδα.”.

Άλλα θετικά στοιχεία:
1. ο εμφύλιος παρουσιάζεται μέσα από την πρόσληψή του από τις νεότερες γενιές, απαλλαγμένος δηλαδή από τον υποκειμενισμό όσων τον έζησαν, σκιαγραφημένος με την απόσταση που μπορεί να ερμηνεύει κάθε μαρτυρία και να την αξιολογεί.
2. έτσι ο αφηγητής ξαναγράφει την ιστορία, καθώς καταλαβαίνει ότι η αποτύπωση του παρελθόντος δεν είναι πράξη ιδεολογικά ουδέτερη, αλλά πάντοτε συναρτημένη με τα προσωπικά πρίσματα του καθενός. “«Τελικά είμαστε αυτό που θυμόμαστε», λέει κάποια στιγμή ο ήρωας-αφηγητής, αλλά βέβαια το τι θυμάται ο καθένας το αποφασίζει η επιλεκτική επιλησμονή του, για την οποία η ανάκληση του παρελθόντος δεν είναι πράξη ουδέτερη, αφού σημαίνει και τη σχεδόν αυτόματη αναδιευθέτηση ή και ανασκευή του («σιγά σιγά συνειδητοποιώ ότι δεν υπάρχει καμιά ανάμνηση που μπορώ να εμπιστευθώ» διαβάζουμε στο βιβλίο).” (Μπουκάλας, "Η Καθημερινή", 5.12.2006)
3. αφήνει στον αναγνώστη μια γεύση απογοήτευσης, καθώς όχι μόνο αντιλαμβάνεται πως ο εμφύλιος δίχασε για δεκαετίες τους Έλληνες, αλλά και πως –ακόμη χειρότερα- αποτέλεσε την αφορμή να επιλυθούν με τον πλέον ειδεχθή και ανέντιμο τρόπο προσωπικές διαφορές.
4. δόσεις χιούμορ και ειρωνείας με την οποία ο συγγραφέας βλέπει πλάγια τα πράγματα και καυτηριάζει το δέος με το οποίο βλέπαμε αυτήν την εποχή

Μειονεκτήματα:
1. η δομή –και λόγω της σκόπιμης αποσπασματικότητας- δεν επιτυγχάνει να παρουσιαστεί σφιχτή και μένει σε πολλά σημεία ξεκρέμαστη.
2. ενώ θα έπρεπε κάθε μαρτυρία να διακρίνεται από τις άλλες με την προσωπική της γλώσσα και έτσι να έχουμε πέρα από τον λόγο του αφηγητή πολλές διαφορετικές ιδιολέκτους, λείπει ένας τέτοιος πολυγλωσσισμός. Διαφωνώ, επομένως, με την Δημητρούλια ("Η Καθημερινή", 3.12.2006), που μιλάει για μπαχτινική διαλογική. Αν υπάρχει, θα έπρεπε να τονίζεται όχι μόνο με τη διαφορά στις απόψεις αλλά και στη γλώσσα. Αν ήταν πιο έντονη αυτή η διαφοροποίηση, θα φαινόταν πιο ορατά η πρώτη εντύπωση (ότι δηλαδή όλα έγιναν βάσει κομματικών διαφορών) και έπειτα θα αναιρούνταν με την ανάδυση της τελικής ερμηνείας.
3. “Ο Δαββέτας είχε μια εξαιρετική ιδέα, την οποία δεν κατόρθωσε, νομίζω, να διαχειριστεί με το πάθος που εκείνη απαιτούσε. Ένα πρωτότυπο θέμα που χρειαζόταν περισσότερη ένταση και ίντριγκα, ώστε να καταδείξει την τραγωδία (ενώ τώρα μιλάμε, απλώς, για δράμα) το σπαραγμό, και, τελικά, την αιτία, που τώρα φαίνεται πολύ «χλωμή» και αδύναμη για να σηκώσει στους ώμους της ένα τέτοιο βάρος.” (many-books.blogspot.com). Συμφωνώ ως προς την ένταση που θα έπρεπε να είναι πιο δυνατή, ενώ τώρα απλώς παρακολουθούμε το βουβό δράμα μιας εποχής που στιγμάτισε όλο β’ μισό του 20ού αιώνα στην Ελλάδα.

Συμπεράσματα: το βιβλίο αξίζει γιατί με ήπια μέσα και λιτούς τρόπους μεταδίδει το αίσθημα της ματαιότητας για αγώνες που δεν ήταν καθόλου ηρωικοί. Η συγγραφή της ιστορίας είναι μια ουτοπία (Σφυρίδης, "διαβάζω", Μάρτιος 2007) και η προσπάθεια να δούμε αντικειμενικά τα γεγονότα προσκρούει σε ιδεολογικές αγκυλώσεις και διαστρεβλώσεις της μνήμης. Το βιβλίο διαβάζεται άνετα –και χάρη στα μικρά του κεφάλαια- χωρίς να υστερεί σε προβληματισμό και εθνικό αναστοχασμό.

Πατριάρχης Φώτιος
24.6.2007

4 comments:

Pellegrina said...

Πολύ ενδιαφέρον βιβλίο, γραμμένο απλά με ωραία γλώσσα. Την μη αλλαγή ύφους ο ίδιος ο συγγραφέας τη δικαιολογεί, λέγοντας πως όλοι μιλάνε ίδια, κατά κάποιο τρόπο φλυαρούν σαν να θέλουν να κρύψουν κάτι. Σίγουρα θα μπορούσε να είναι πιο "μεγάλο" βιβλίο, να εμβαθύνει περισσότερο, αλλά το συγκεκριμένο έργο, αυτό είναι. Έχει αμεσότητα (αν και τα περί προστάτη κλπ λίγο υπερβολικά τα βρήκα!), σου κάνει το θέμα οικείο.
Το θεμα του αυτό καθ αυτό έχει τεράστιο, νομίζω καθόλου εξαντλημένο ενδιαφέρον. Tο δε σημαντικό είναι ότι συνδέει τον εμφύλιο και τις τότε ιδεολογίες με τη μετέπειτα Ελλάδα, κάτι που ελάχιστοι νεότεροι συγγραφείς κάνουν. Η έναρξη με το πιλοποιείο του πεθερού του είναι συμβολική όλης της εξέλιξης από την εποχή δεκαετίας 80 και μετά, και συνδυασμένη με τη μαρτυρία της κοπέλας για το σκάνδαλο της τράπεζας κρήτης και τον τίτλο "Η λεηλάτηση της Ελλάδας", νομίζω ότι κάνει το βιβλίο πρωτοπόρο στην έστω και επιδερμικά αναψηλάφιση ενός θέματος που κάποτε πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη (και)στη λογοτεχνία, αν η γενιά των σημερινών 35-40 θελήσει να κατανοήσει ποια Ελλάδα τους δημιούργησε και ποια η πραγματική σχέση της, η οικονομικοπολιτική και όχι των Μίντια, με το "εξωτερικό"
Διαφωνώ αρκετά με την εκτίμησή σας ότι μας δείχνει τα εντελώς προσωπικά κίνητρα των φονικών στον εμφύλιο, αλλά -πάνω στο ίδιο θέμα- διαφωνώ και με το δραματικό βάρος που δίνει ο συγραφέας στο φινάλε, ως δήθεν έκπληξη. Μου φαίνεται δηλαδή φυσική η "δίωξη" των τροτσκιστών κάτω από εκέινες τις πολύ άγριες συνθήκες, σε κανένα πόλεμο όσοι δήλωσαν "ουδέτεροι" (αφελέστατο) δεν τη γλίτωσαν, είναι αυτονόητο. Και το κοριτσάκι που έτρεξε να πάρει το σακί του σκοτωμένου πολύ φυσικό μου φάινεται. Τι δηλδή, να πει το κοριτσάκι (το φοβισμένο, πεινασμένο και άσχετο που μόλις του είχαν σκοτώσει τον αδερφό) "α εγώ δεν παίρνω το σακί αυτουνού γιατι ήταν καλός άνθρωπος και τον σκοτώνετε άδικα; Πολύ αφελές) Μόνο η μητέρα που σκότωσε τον ομοφυλόφιλο γιατρό, αλλά και αυτό είναι έγκλημα που με εκείνα τα ήθη ακόμα και σε καιρό ειρήνης "δικαιολογείται"
Μη με παραξηγήσετε ότι δικαιολογώ τα εγκλήματα. Θέλω μόνο να πω ότι το βιβλίο δεν κάνει κατά τη δική μου θεώρηση των προγμάτων τίποτα τρομερές αποκαλύψεις. Αλλά η αξία του είναι μεγάλη και μόνο γιατι προσφέρει το θέμα για συζητηση. Τα θέματα αυτά δεν είναι το παρελθόν, είναι το παρόν. Διαμόρφωσαν συνειδήσεις, τρόπο σκέψης, αντανακλαστικά, εξαρτήσεις, οικογένειες. Πολλά από τα "υπαρξιακά" κλπ θέματα, σχέσεις με γονείς και τέτοια που θίγουν οι νεότεροι συγγραφείς σε βιβλία τους έχουν τις ρίζες τους εκεί αλλά δεν το ξέρουν. Ο κ. Δαβέτας το θίγει και αυτό και είναι και για αυτό πολύ σημαντικό το βιβλίο
υγ: αν και λεπτομέρεια, μου άρεσε ο σχολιασμός του Μπουζιάνη. Επίσης, "όλα τα λεφτά" το στιγμιότυπο με τον Άγιο Βασίλη-πρώην αντάρτη.
προς εσάς: πρώτον συγνώμη για το κατεβατό, δεύτερον εξηγείστε στην αγράμματη (ελπίζω να μην είμαι μόνο εγώ!) τα περί Μπαχτίν!

Librofilo said...

Αγαπητέ μπορείτε να μου εξηγήσετε τι είναι η "μπαχτινική διαλογική"?Θα μου πείτε γιατί δεν ρωτάς την Κα Δημητρούλια (μου έχει μείνει η απορία και γιά τα "κείμενα και υπερκείμενα" που ανέφερε η ίδια στον διάλογο γιά το διαδίκτυο στην Έκθεση βιβλίου)αλλά που να την βρω,γι'αυτό ρωτάω εσάς που μάλλον το κατέχετε το θέμα.Εάν με παραπέμψετε σε βιβλίο του Μπαχτίν ακόμα καλύτερα,ευχαριστώ

Πάπισσα Ιωάννα said...

Pellegrina, δεν παραγνωρίζω όσα λες. Πιστεύω ωστόσο πως ο Δαββέτας μεταφέρει το βάρος του εμφυλίου από τις ιδεολογικές διαφορές που κυριαρχούσαν σε πολλά προσωπικά εγκλήματα (όπως αυτό της μητέρας) που έγιναν υπό τον μανδύα των ιδεολογικών διαφορών.
Με άλλα λόγια, όλα τα φονικά δεν ήταν συμπτώματα ενός πολέμου αντίπαλων παρατάξεων, αλλά μερικά -έστω- ήταν εκμετάλλευση της αναμπουμπούλας για να ξεκαθαρίσουν προσωπικές διαφορές, που μετά βαφτίζονταν ιδεολογικές εκκαθαρίσεις.
Πατριάρχης Φώτιος

Πάπισσα Ιωάννα said...

Pellegrina και Librofilo,
ο Μπαχτίν είδε το μυθιστόρημα με πολύ διαφορετικό τρόπο και έτσι μάς έδωσε κριτήρια ποιότητας, υπό μια συγκεκριμένη βέβαια οπτική. Ένα βιβλίο που αναπτύσσει τη θεωρία του είναι το "Ζητήματα της Ποιητικής του Ντοστογιέφσκι" (εκδ. Πόλις), όπου εξηγεί ότι τα μυθιστορήματα του Ντοστογιέφσκι είναι πολυφωνικά, επειδή ο συγγραφέας δεν χειραγωγεί όλα τα πρόσωπα να μιλάνε το ίδιο και πολύ περισσότερο να εκθέτουν τη μία και μοναδική άποψη που ο λογοτέχνης έχει. Αντίθετα, το πολυφωνικό μυθιστόρημα επιτρέπει την παράλληλη ανάπτυξη πολλών διαφορετικών ιδεολογιών και θέσεων, ενώ η άποψη του συγγραφέα εκτίθεται στην ίδια μοίρα με των ηρώων του. Σε ένα μονοφωνικό κείμενο, όπως τα περισσότερα που γράφονται παγκοσμίως, οι απόψεις των προσώπων μόνο φαινομενικά διαφέρουν μεταξύ τους, αφού κατά βάθος είναι οι διάφορες πτυχές της βασικής συγγραφικής θέσης. Ο Δαββέτας δεν ξεφεύγει από αυτό, καθώς οδηγεί τον αναγνώστη σε μία και μόνο ανάγνωση του εμφυλίου, όσο κι αν αυτή διαφέρει από τις καθιερωμένες. Κάθε μαρτυρία δεν φαίνεται να είναι και μία άλλη οπτική γωνία, αλλά σταδιακά όλες συντείνουν στην αποκάλυψη ανομολόγητων εγκλημάτων υπό το πρίσμα των ιδεολογικών διαφορών.
Πατριάρχης Φώτιος

Υ.Γ. Στα υπερκείμενα η μπαχτινική πολυφωνία βρίσκει πρόσφορο έδαφος, καθώς μπορούν να ακουστούν παράλληλα πολλές διαφορετικές ή και αντίθετες οπτικές γωνίες.